4+1 ΣΗΜΕΙΑ ΕΠΙΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΩΝ ΓΙΟΥΓΚΟΣΛΑΒΩΝ
Ένα ταξίδι, όχι και τόσο μακρινό στο χρόνο, που έχει μελετηθεί και ερευνηθεί ανά τους καιρούς με ζωντανά αποτελέσματα στο σήμερα. Ο ελληνικός αθλητισμός έβγαζε μικρά μικρά «μπουμπούκια» την δεκαετία του 1980, σε μια περίοδο που η άνθισή του δεν ήταν αναμενόμενη, ενώ παράλληλα – όπως αποδείχθηκε – δεν στάθηκαν μερικές επιτυχίες ως απλά «πυροτεχνήματα». Από το Ευρωμπάσκετ του 1987 μέχρι τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας 2004 και την ανοδική πορεία του υγρού και κλασικού στίβου την τελευταία δεκαετία, το ερώτημα που διερευνάται στο παρόν κείμενο ανάλυσης είναι… ποια η επιρροή των «γειτόνων», ώστε να θεμελιωθεί μια διαφορετική, πιο σταθερή και ενισχυμένη νοοτροπία στις τάξεις του ελληνικού αθλητισμού;
Σύμφωνα με το σύγγραμμα των Darion Brentin και Dejan Zec «Sport in socialist Jugoslavia», οι κοινωνικό-πολιτικές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της Γιουγκλοσλαβίας και η άμεση επιρροή των Σοβιετικών, διαμόρφωσαν ένα μείγμα μεθόδων και τεχνικών στον αθλητισμό βασισμένο στην εμπειρία και την κακουχία του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και τις πρακτικές και ιδεολογίες του Σοβιετικού συστήματος. Είναι δε ευρέως αναγνωρισμένο, πως η Γιουγκοσλαβική και νωρίτερα η Σοβιετική αθλητική κουλτούρα έχουν ασκήσει σημαντική και διαρκή επιρροή στην ανάπτυξη του αθλητισμού τόσο της Ανατολικής, όσο και της Δυτικής Ευρώπης (και σταδιακά όλου του κόσμου), ειδικά από τα μέσα του 20ού αιώνα μέχρι και σήμερα, με χαρακτηριστικές επιδράσεις τόσο σε επίπεδο προπονητικών μεθόδων όσο και σε επίπεδο φιλοσοφίας και οργάνωσης του αθλητισμού.
1. ΠροπονητικΕς ΜΕθοδοι και ΤεχνικΕς
Σωματική Προετοιμασία και Πειθαρχία: Στη Σοβιετική Ένωση και τη Γιουγκοσλαβία, η προπόνηση ήταν γνωστή για την έμφαση στη σωματική προετοιμασία και τη σκληρή πειθαρχία. Στην Ελλάδα, ιδιαίτερα κατά τις δεκαετίες του 1980 και του 1990, υιοθετήθηκαν συστήματα προπόνησης που επικεντρώνονταν στην αντοχή, τη δύναμη και τη νοοτροπία του «πνεύματος νικητή», με τη βοήθεια ξένων προπονητών, κυρίως από την Ανατολική Ευρώπη. Ειδικά στον στίβο και την άρση βαρών, το «σοβιετικό μοντέλο» είχε τεράστια απήχηση, καθώς ήταν οργανωμένο με στόχο την κορυφαία απόδοση μέσω αυστηρής και δομημένης προετοιμασίας.
Μετάδοση γνώσεων: Μετά την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων, πολλοί προπονητές από τη Ρωσία, τη Γιουγκοσλαβία (και αργότερα τις πρώην Γιουγκοσλαβικές χώρες) ήρθαν στην Ελλάδα για να εργαστούν σε ομάδες ή εθνικές ομοσπονδίες, μεταφέροντας ουσιαστικά και μεταλαμπαδεύοντας τις τότε προηγμένες προπονητικές τεχνικές, την οργανωμένη προετοιμασία και την τεχνογνωσία που βασίζονταν στα πρότυπα της Ανατολικής Ευρώπης και την επιστημονική προσέγγιση στο αγωνιστικό επίπεδο.
2. ΑναπτυξιακΟ ΜοντΕλο και ΣυλλογικΟτητα
Ομαδικότητα και Στρατηγική Προσέγγιση: Οι χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας, ιδιαίτερα στον χώρο του μπάσκετ και του ποδοσφαίρου, έδιναν μεγάλη σημασία στην καλλιέργεια κομβικών πτυχών του αθλητισμού, αλλά και του παιχνιδιού αυτού καθ’αυτού: ομαδικότητα, στρατηγική, πνεύμα συνεργασίας – ταπεινότητας – αυτοπεποίθησης. Το γιουγκοσλαβικό μοντέλο μπάσκετ, για παράδειγμα, μετέφερε την ιδέα της έντονης ομαδικότητας και της τεχνικής εξειδίκευσης. Ο τρόπος με τον οποίο οι παίκτες συνεργάζονταν και αλληλοϋποστηρίζονταν μεταφέρθηκε στον ελληνικό χώρο με ιδιαίτερη επιτυχία, και αποτέλεσε τη βάση για την άνοδο του ελληνικού μπάσκετ από τη δεκαετία του 1980 και έπειτα.
Πρότυπα Ανάπτυξης Νέων: Ένα σαφώς δομημένο σύστημα ανάδειξης ταλέντων από πολύ νεαρές ηλικίες αποτελούσε παραδοσιακά για τις προαναφερθείσες «σχολές», μια εκ των βασικότερων υποδομών του αθλητικού συστήματος, με κύτταρο αυτών τις ακαδημίες. Η προσέγγιση αυτή ήρθε λίγο αργότερα και στην χώρα μας και υιοθετήθηκε κυρίως από μεγάλους συλλόγους, οι οποίοι άρχισαν να επενδύουν στις ακαδημίες, κυρίως στο μπάσκετ και τον στίβο, ενισχύοντας τον εντοπισμό ταλέντων και την καλλιέργεια αθλητικών δεξιοτήτων από μικρή ηλικία.
3. ΨυχολογΙα και ΠΕΙΘΑΡΧΙΑ
Ψυχική ανθεκτικότητα και νοοτροπία: Η σοβιετική και η γιουγκοσλαβική αθλητική κουλτούρα εστίαζαν πολύ στη νοοτροπία της αντοχής και της ψυχικής ανθεκτικότητας, χαρακτηριστικό που όταν μεταδόθηκε και καλλιεργήθηκε σε Έλληνες αθλητές και αθλήτριες είχε αποτελέσματα. Ειδικά σε συνθήκες μεγάλης πίεσης ή ανταγωνισμού, όπως σε διεθνείς διοργανώσεις, η ψυχική προετοιμασία θεωρείται εδώ και δεκαετίες απαραίτητο κομμάτι του μακροπρόθεσμου προπονητικού σχεδιασμού, δίνοντας έμφαση στη σκληραγώγηση, την υπομονή και την πειθαρχία.
Εξοικείωση με την ήττα ως μέρος της επιτυχίας: Η αποδοχή της ήττας και η αξιοποίησή της για βελτίωση αποτέλεσε θεμελιώδες σημείο προκειμένου ένας αθλητής να εξελιχθεί και να δουλέψει ακόμα πιο σκληρά. Αυτή η στάση ενίσχυσε την ελληνική αθλητική κουλτούρα, προωθώντας την ιδέα ότι οι αθλητές πρέπει να μαθαίνουν από τις ήττες και να εξελίσσονται, αντί να αποθαρρύνονται. Να μετατρέπουν την φύση της αποτυχίας σε κινητήρια δύναμη προς την επιτυχία, μέσω ακόμη μεγαλύτερης προσπάθειας.
4. ΟργανωτικΗ ΔομΗ και ΡΟλος του ΚρΑτους
Κρατική Στήριξη και Εποπτεία: Στη Σοβιετική Ένωση, το κράτος έπαιζε ενεργό ρόλο στην ανάπτυξη του αθλητισμού, παρέχοντας υλικοτεχνική υποδομή και προωθώντας τον αθλητισμό σε όλες τις ηλικίες. Αν και στην Ελλάδα η κρατική υποστήριξη δεν έφτασε ποτέ σε τέτοιο επίπεδο, υπήρξαν απόπειρες να προσαρμοστούν μοντέλα κρατικής εποπτείας και στήριξης της αθλητικής ανάπτυξης, κυρίως για τα δημοφιλή αθλήματα. Για παράδειγμα, η επιτυχία των Ελλήνων στην άρση βαρών στη δεκαετία του 1990 μπορεί να αποδοθεί εν μέρει σε οργανωτικές δομές και κρατική στήριξη εμπνευσμένη από το σοβιετικό μοντέλο, ωστόσο μέχρι σήμερα – πλήθος αθλητών ακόμα και σε μεγάλα αστικά κέντρα έρχονται αντιμέτωποι με ελλείψεις και απουσία κατάλληλων υποδομών, στρέφονται στην αναζήτηση χορηγών (ιδιωτική πρωτοβουλία) και προπονούνται ως επί το πλείστον υπό ένα κλίμα αβεβαιότητας.
Στην Ενωμένη Γιουγκοσλαβία δε, ο χώρος του αθλητισμού συνδεόταν άρρηκτα με τον πολιτισμό, την ανταλλαγή πολιτικών απόψεων και την καλλιέργεια του συλλογικού πνεύματος, ενώ ιστορικά διοργανώνονταν μεγάλες αθλητικές εκδηλώσεις ακόμη και στα τέλη του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν μία – μία οι πόλεις απελευθερώνονταν, σηματοδοτώντας έτσι την επιστροφή στην κανονικότητα και την αποκατάσταση της ζωής των πολιτών. Μάλιστα, με την θέσπιση του ανώτατου διοικητικού οργάνου του γιουγκοσλαβικού αθλητισμού, (Fiskulturni odbor
Jugoslavije) τον Μάιο του 1945, καθορίστηκαν οι «γραμμές» πάνω στις οποίες θα πορευόταν το αθλητικό σύστημα ολόκληρου του τότε έθνους, με αυστηρότητα μεν, δέσμευση και στήριξη δε. Συγκεκριμένα και για την ιστορία:
«Πρώτον, ο αθλητισμός θα πρέπει να είναι ο ακρογωνιαίος λίθος των δραστηριοτήτων ψυχαγωγίας και αναψυχής της νεολαίας.
Δεύτερον, ο αθλητισμός θα έπρεπε να συμβάλει στη συμφιλίωση και στην οικοδόμηση της «Αδελφότητας και της Ενότητας» μεταξύ των
μεταξύ των λαών.
Τρίτον, ο αθλητισμός θα πρέπει να βελτιώσει την ικανότητα εργασίας και την αμυντική του έθνους.
Τέταρτον, ο αθλητισμός θα πρέπει να επιδεικνύει τα επιτεύγματα του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της Γιουγκοσλαβίας, ιδίως με την επιτυχή συμμετοχή σε διεθνείς αθλητικές διοργανώσεις και διαγωνισμούς».
Ενεργώντας σύμφωνα με τα καθήκοντα και τις θεσμικές δεσμεύσεις που είχαν τεθεί, οι γιουγκοσλαβικές αθλητικές αρχές ασχολήθηκαν
στη συνέχεια με την κατασκευή μιας λειτουργικής αθλητικής υποδομής μεγάλης κλίμακας – στάδια, γήπεδα, κολυμβητήρια κλπ. Από τις σημαντικότερες ενέργειες χαρακτηρίστηκε η συμβολή για τη δημιουργία νέων αθλητικών σωματείων και συλλόγων. Αυτή η πρώτη
περίοδος της αθλητικής ανάπτυξης της σοσιαλιστικής Γιουγκοσλαβίας μπορεί συνολικά να χαρακτηριστεί ως περίοδος της συγκεντρωτικής «σοβιετοποίησης» με την ιδεολογική λειτουργία του αθλητισμού να ταυτίζεται κυρίως με την ιδεολογική οικοδόμηση ενός γιουγκοσλαβικού «νέου ανθρώπου».
– Πηγή: Daut Jašanica, ‘Četrdeset godina Saveza za fi zičku kulturu Jugoslavije’ [Forty Years of the
Association for Physical Culture of Yugoslavia], Povijest sporta 66 (October–December 1985),
514–6.
5. ΕκπαΙδευση και Δια βΙου ΠροσΕγγιση στον ΑθλητισΜΟ
Οι άνθρωποι των πρώην σοβιετικών – γιουγκοσλαβικών σχολών, τείνουν να βλέπουν τον αθλητισμό ως μια δια βίου διαδικασία που απαιτεί υπομονή και επιμονή, τόσο από την πλευρά του προπονητή όσο και από την πλευρά του αγωνιζόμενου. Έτσι, ακόμα και μετά από σημαντικές επιτυχίες, διατηρούν τον ίδιο βαθμό αφοσίωσης, με έμφαση στην μετεκπαίδευση, την συνεχή εξέλιξη των αθλητών αλλά και του ίδιου του αγωνίσματος. Αυτή η μακροπρόθεσμη προσέγγιση τους βοηθά να παραμένουν αφοσιωμένοι στις αρχές του αθλήματος, να διατηρούν την ανταγωνιστικότητά τους και να επενδύουν σε έναν κώδικα που διδάσκει, εξελίσσει και καλλιεργεί.
Στην Ελλάδα, η προσέγγιση αυτή ήδη καλλιεργείται σε μεγάλο εύρος σταδιακά, αλλά η αφοσίωση σε βάθος χρόνου συναντά αρκετές δυσκολίες, λόγω της έλλειψης επαρκούς στήριξης και της κατεύθυνσης που συχνά αναγκάζονται να ακολουθήσουν οι αθλητές, εστιάζοντας μόνο στην διάρκεια της καριέρας τους. Αντιθέτως για παράδειγμα, στην αμερικανική κουλτούρα, ο αθλητισμός συνδέεται έντονα με την επαγγελματική επιτυχία, κάτι που σημαίνει ότι οι αθλητές διατηρούν υψηλά επίπεδα αφοσίωσης όσο η καριέρα τους είναι ενεργή, μιας και δεν τίθεται θέμα εξω-αθλητικής επαγγελματικής αποκατάστασης ή ζητήματα βιοπορισμού. Είναι δε γνωστό, ότι οι περισσότεροι Έλληνες αθλητές των «θεωρητικά» ερασιτεχνικών αθλητών, συμπεριφέρονται – προπονούνται και ζουν ως επαγγελματίες, αλλά φυσικά δεν αποζημιώνονται ανάλογα.