Τέλος εποχής για τον Λυκούργο Τσάκωνα
Ένας από τους πιο σπουδαίους Έλληνες σπρίντερ, ο Λυκούργος- Στέφανος Τσάκωνας αποφάσισε να κρεμάσει στα σπάικ του. Ο ίδιος πήρε την απόφαση να το ανακοινώσει με μήνυμά του στα social media, θέλοντας παράλληλα να ευχαριστήσει όσους τον βοήθησαν στην πορεία του, αλλά και να πει τι του πρόσφερε ο πρωταθλητισμός όλα αυτά τα χρόνια.
Ο Λυκούργος Τσάκωνας πήρε την απόφαση να σταματήσει λίγο πριν κλείσει τα 30 του χρόνια. Είναι γεννημένος στις 8 Μαρτίου του 1990 στην Σπάρτη. Συνεργάστηκε με τον Γιώργο Παναγιωτόπουλο, που πέτυχε τις μεγαλύτερες διακρίσεις στην καριέρα του και στη στη συνέχεια αποφάσισε να μετακομίσει στην Κρήτη, με προπονητή τον Άρη Βισκαδουράκη. Κάποια προβλήματα τραυματισμού δεν τον άφησαν να βρεθεί στην κατάσταση που θα ήθελε και πήρε την απόφαση να φύγει για τη γενέτειρά του, όπου τώρα ζει και σπουδάζει. Τα ατομικά του ρεκόρ ήταν 10.16 στα 100μ. και 20.09 στα 200μ.
Όσον αφορά στο μήνυμά του ανέφερε συγκεκριμένα.
«Θέλω με αυτό να επικοινωνήσω ότι δεν θα αγωνιστώ ξανά…
Δυστυχώς δεν κατάφερα να κάνω ούτε τα μισά από όσα μπορούσα… όμως δεν με πειράζει και τόσο, γιατί είμαι ευγνώμων για ότι έζησα.
Είμαι
ευγνώμων αν έστω και ένα παιδί με θαύμασε ή με θεώρησε πρότυπο του.
Είμαι ευγνώμων αν έστω και ένας άνθρωπος ένιωσε υπερήφανος με κάποια επιτυχία
μου , ή που απογοητεύτηκε από κάποια αποτυχία μου.
Είμαι ευγνώμων εάν έστω και ένας καρδιοχτύπησε μαζί μου σε κάποιο αγώνα.
Είμαι ευγνώμων που ένιωσα την ευθύνη να κουβαλήσω
το εθνόσημο στο στήθος μου.
Είχα τη χαρά να ζήσω πολλά και έντονα συναισθήματα. Διαμορφώθηκε ο χαρακτήρας μου και έγινα πιο δυνατός άνθρωπος.
Είμαι υπερήφανος για της επιλογές που έκανα, καθώς επίσης και για τις επιλογές που δεν έκανα.
Θέλω να ευχαριστήσω τον Γιώργο Παναγιωτόπουλο που με έμαθε να είμαι νικητής.
Έχω επίσης την ανάγκη να ευχαριστήσω τον κύριο Άρη Βισκαδουράκη που με αγκάλιασε σαν παιδί του, και που μου έδειξε ότι υπάρχουν άνθρωποι στις μέρες μας καθαροί σαν το διαμάντι.
Επίσης, θέλω να πω ένα δημόσιο ευχαριστώ, όσο και αν “ακούγεται” τετριμμένο, στους γονείς μου, που ήταν απλά εκεί. Διαθέσιμοι και ανιδιοτελείς πάντα.
“Αν η κοινωνία αντί να παράγει αντίτυπα, δημιουργούσε μοναδικότητες, κανείς δεν θα είχε την ανάγκη να κρίνει, ούτε κανένας θα δεχόταν να κριθεί.”
Leave a Reply